Η κ. Άννα Μάνη-Παπαδημητρίου, κατά τη συζήτηση της Oλομέλειας, για την ψήφιση του σχεδίου νόμου του Υπουργείου Παιδείας: «Αρχή Διασφάλισης της Ποιότητας στην Πρωτοβάθμια και Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση (Α.ΔΙ.Π.Π.Δ.Ε.)», εισηγήθηκε τα παρακάτω:
“Κύριε Υπουργέ, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, στο νέο, διαρκώς εξελισσόμενο και με μεγάλη ταχύτητα μεταβαλλόμενο περιβάλλον του 21ου αιώνα, θεσμοί όπως η οικογένεια και η τοπική κοινωνία, δείχνουν πολλές φορές αδύναμοι να εκπληρώσουν τους παραδοσιακούς τους ρόλους και να συμβάλλουν καθοριστικά στη διαμόρφωση των αυριανών πολιτών. Αυτό, βέβαια, σε καμία περίπτωση δεν υποδηλώνει την υποβάθμιση της συμβολής της οικογένειας και των άλλων κοινωνικών φορέων. Μέσα, όμως, στις συνθήκες του σύγχρονου γίγνεσθαι και ενόψει των ανωτέρω, το σχολείο και οι εκπαιδευτικοί καλούνται να αναλάβουν περισσότερους και ακόμη πιο υπεύθυνους ρόλους.
Με αυτό τον τρόπο ο σύγχρονος εκπαιδευτικός καλείται να στηρίξει μεταρρυθμίσεις και καινοτομίες, να αξιοποιήσει την εμπειρία του, να σφυρηλατήσει σχέσεις συνεργασίας, να πειραματιστεί με νέα πράγματα. Ως εκ τούτου, καθίσταται πλέον αναγκαία η διασφάλιση ενός αδιάβλητου αξιολογικού συστήματος, μέσα από αντικειμενικό έλεγχο των διαδικασιών, που θα οδηγήσει από το πρώτο στάδιο της εφαρμογής του στην ανάπτυξη της αμοιβαίας εμπιστοσύνης μεταξύ της πολιτείας και της εκπαιδευτικής κοινότητας και στη θεμελίωση της ευθύνης των δύο πλευρών, στο βαθμό που στην κάθε μία αναλογεί.
Ο χαρακτήρας της αξιολόγησης σε καμία περίπτωση δεν πρέπει να συνδεθεί με την έννοια της τιμωρίας. Ο πρωταρχικός σκοπός των αξιολογήσεων δεν είναι τιμωρητικός, αλλά ανατροφοδοτικός. Η αξιολόγηση θα πρέπει να βοηθά όλους τους εκπαιδευτικούς, ανεξαρτήτως επιπέδου, να κατανοήσουν πως θα μπορέσουν να βελτιωθούν, προωθώντας τη συνεχή ανάπτυξη και εύρυθμη λειτουργία του σχολείου. Με την εφαρμογή της νέας κουλτούρας αξιολόγησης, οι σχολικές μονάδες θα υπαχθούν σε διαρκή αξιολόγηση. Θα τίθενται στόχοι, θα υλοποιούνται, θα αξιολογείται η πληρότητα της επίτευξής τους και θα επανακαθορίζονται.
Στην κατεύθυνση αυτή κινείται το παρόν σχέδιο νόμου, σκοπός του οποίου είναι η μεταρρύθμιση του υφιστάμενου νομικού πλαισίου της αξιολόγησης του εκπαιδευτικού έργου της πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης. Στις διατάξεις δε αυτού ρυθμίζονται ως επί το πλείστον θέματα που αφορούν τη σύσταση Ανεξάρτητης Αρχής για τη διασφάλιση της ποιότητας στις ανωτέρω βαθμίδες εκπαίδευσης. Για το λόγο αυτό αξίζει ιδιαίτερης μνείας ότι η ηγεσία του Υπουργείου Παιδείας πρωταρχικά, πρωτίστως και πριν από οποιαδήποτε άλλη σχετική νομοθετική ρύθμιση, προβαίνει στη θεσμοθέτηση μιας Ανεξάρτητης Αρχής, δίνοντας έμφαση να εξασφαλιστούν με τον καλύτερο δυνατό τρόπο τα εχέγγυα για τη θωράκιση του αδιάβλητου και της ιδιαίτερα ευαίσθητης διαδικασίας της αξιολόγησης της εκπαιδευτικής κοινότητας.
Η παρούσα Κυβέρνηση τολμά να ανατρέψει στείρα κατεστημένα ώστε να πάψει στο μέλλον η όποια υφιστάμενη διάκριση μεταξύ καλού και κακού σχολείου. Θα αποδειχτεί στην πράξη ότι όλα τα σχολεία θα αναβαθμιστούν και ότι όλοι οι μαθητές, ανεξάρτητα από την περιοχή στην οποία γεννήθηκαν και μεγαλώνουν, θα έχουν τις ίδιες ευκαιρίες φοίτησης, αφού η εφαρμογή της αξιολόγησης θα απαλείψει τυχόν αδυναμίες και κενά του εκπαιδευτικού έργου των εκπαιδευτικών.
Η αξιολόγηση είναι μια σοβαρή και δύσκολη προσπάθεια που πρωτίστως απαιτεί τη συνεργασία όλων, αλλά είναι βέβαιο ότι το αποτέλεσμα θα αξίζει τον κόπο. Οι διδάσκοντες ως λειτουργοί θα λάβουν τελικά την ανατροφοδότηση, την υποστήριξη και την αναγνώριση που τους αξίζει. Το σημαντικότερο απ’ όλα είναι ότι όλοι οι μαθητές θα έχουν επιτέλους πρόσβαση στο σημαντικότερο πόρο που μπορούν να τους προσφέρουν η πολιτεία και το σχολείο: έναν αποτελεσματικό και ανατροφοδοτούμενο εκπαιδευτικό.
Με αυτές τις μεθόδους ο όρος «αξιολόγηση» θα γίνει ταυτόσημος με τους όρους «αναγνώριση, βελτίωση, αναβάθμιση» για τον ενεργά ανατροφοδοτούμενο εκπαιδευτικό.
Για τους λόγους αυτούς στηρίζω το παρόν σχέδιο νόμου και σας καλώ όλους να το υπερψηφίσουμε.
Επίσης, καλώ να υπερψηφίσουμε και την κατατεθείσα τροπολογία του Υπουργείου, τη σχετική με τις κατευθύνσεις, επισημαίνοντας ότι σε καμία περίπτωση δεν έρχεται σε αντίθεση με τη σχετική συνταγματική διάταξη, αφού όπως είναι γνωστό σε όλους, η ρύθμιση υπήρχε πάντα στη νομοθετική διαδικασία. Έρχεται να διαφυλάξει και να κατοχυρώσει μόνο τα επαγγελματικά δικαιώματα των φοιτητών.
Είναι δε, πολύ ορθή η διάταξη στο τελευταίο εδάφιό της. Προβλέπεται ειδικά για όσους έχουν εισαχθεί κατά το ακαδημαϊκό έτος 2012 και 2013, ο προερχόμενος τίτλος σπουδών να φέρει τον υφιστάμενο κατά το χρόνο εισαγωγής τους τίτλο και τύπο ακόμα και στην περίπτωση που το ΑΕΙ, η σχολή ή και το τμήμα εισαγωγής συγχωνεύθηκε, κατατμήθηκε, μετονομάστηκε ή καταργήθηκε.
Αυτό, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, αποτελεί εφαρμογή και έκφραση της αρχής της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης και αποτελεί έναν επιπλέον λόγο για να υπερψηφίσουμε και την προτεινόμενη τροπολογία.”
.
Με αυτό τον τρόπο ο σύγχρονος εκπαιδευτικός καλείται να στηρίξει μεταρρυθμίσεις και καινοτομίες, να αξιοποιήσει την εμπειρία του, να σφυρηλατήσει σχέσεις συνεργασίας, να πειραματιστεί με νέα πράγματα. Ως εκ τούτου, καθίσταται πλέον αναγκαία η διασφάλιση ενός αδιάβλητου αξιολογικού συστήματος, μέσα από αντικειμενικό έλεγχο των διαδικασιών, που θα οδηγήσει από το πρώτο στάδιο της εφαρμογής του στην ανάπτυξη της αμοιβαίας εμπιστοσύνης μεταξύ της πολιτείας και της εκπαιδευτικής κοινότητας και στη θεμελίωση της ευθύνης των δύο πλευρών, στο βαθμό που στην κάθε μία αναλογεί.
Ο χαρακτήρας της αξιολόγησης σε καμία περίπτωση δεν πρέπει να συνδεθεί με την έννοια της τιμωρίας. Ο πρωταρχικός σκοπός των αξιολογήσεων δεν είναι τιμωρητικός, αλλά ανατροφοδοτικός. Η αξιολόγηση θα πρέπει να βοηθά όλους τους εκπαιδευτικούς, ανεξαρτήτως επιπέδου, να κατανοήσουν πως θα μπορέσουν να βελτιωθούν, προωθώντας τη συνεχή ανάπτυξη και εύρυθμη λειτουργία του σχολείου. Με την εφαρμογή της νέας κουλτούρας αξιολόγησης, οι σχολικές μονάδες θα υπαχθούν σε διαρκή αξιολόγηση. Θα τίθενται στόχοι, θα υλοποιούνται, θα αξιολογείται η πληρότητα της επίτευξής τους και θα επανακαθορίζονται.
Στην κατεύθυνση αυτή κινείται το παρόν σχέδιο νόμου, σκοπός του οποίου είναι η μεταρρύθμιση του υφιστάμενου νομικού πλαισίου της αξιολόγησης του εκπαιδευτικού έργου της πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης. Στις διατάξεις δε αυτού ρυθμίζονται ως επί το πλείστον θέματα που αφορούν τη σύσταση Ανεξάρτητης Αρχής για τη διασφάλιση της ποιότητας στις ανωτέρω βαθμίδες εκπαίδευσης. Για το λόγο αυτό αξίζει ιδιαίτερης μνείας ότι η ηγεσία του Υπουργείου Παιδείας πρωταρχικά, πρωτίστως και πριν από οποιαδήποτε άλλη σχετική νομοθετική ρύθμιση, προβαίνει στη θεσμοθέτηση μιας Ανεξάρτητης Αρχής, δίνοντας έμφαση να εξασφαλιστούν με τον καλύτερο δυνατό τρόπο τα εχέγγυα για τη θωράκιση του αδιάβλητου και της ιδιαίτερα ευαίσθητης διαδικασίας της αξιολόγησης της εκπαιδευτικής κοινότητας.
Η παρούσα Κυβέρνηση τολμά να ανατρέψει στείρα κατεστημένα ώστε να πάψει στο μέλλον η όποια υφιστάμενη διάκριση μεταξύ καλού και κακού σχολείου. Θα αποδειχτεί στην πράξη ότι όλα τα σχολεία θα αναβαθμιστούν και ότι όλοι οι μαθητές, ανεξάρτητα από την περιοχή στην οποία γεννήθηκαν και μεγαλώνουν, θα έχουν τις ίδιες ευκαιρίες φοίτησης, αφού η εφαρμογή της αξιολόγησης θα απαλείψει τυχόν αδυναμίες και κενά του εκπαιδευτικού έργου των εκπαιδευτικών.
Η αξιολόγηση είναι μια σοβαρή και δύσκολη προσπάθεια που πρωτίστως απαιτεί τη συνεργασία όλων, αλλά είναι βέβαιο ότι το αποτέλεσμα θα αξίζει τον κόπο. Οι διδάσκοντες ως λειτουργοί θα λάβουν τελικά την ανατροφοδότηση, την υποστήριξη και την αναγνώριση που τους αξίζει. Το σημαντικότερο απ’ όλα είναι ότι όλοι οι μαθητές θα έχουν επιτέλους πρόσβαση στο σημαντικότερο πόρο που μπορούν να τους προσφέρουν η πολιτεία και το σχολείο: έναν αποτελεσματικό και ανατροφοδοτούμενο εκπαιδευτικό.
Με αυτές τις μεθόδους ο όρος «αξιολόγηση» θα γίνει ταυτόσημος με τους όρους «αναγνώριση, βελτίωση, αναβάθμιση» για τον ενεργά ανατροφοδοτούμενο εκπαιδευτικό.
Για τους λόγους αυτούς στηρίζω το παρόν σχέδιο νόμου και σας καλώ όλους να το υπερψηφίσουμε.
Επίσης, καλώ να υπερψηφίσουμε και την κατατεθείσα τροπολογία του Υπουργείου, τη σχετική με τις κατευθύνσεις, επισημαίνοντας ότι σε καμία περίπτωση δεν έρχεται σε αντίθεση με τη σχετική συνταγματική διάταξη, αφού όπως είναι γνωστό σε όλους, η ρύθμιση υπήρχε πάντα στη νομοθετική διαδικασία. Έρχεται να διαφυλάξει και να κατοχυρώσει μόνο τα επαγγελματικά δικαιώματα των φοιτητών.
Είναι δε, πολύ ορθή η διάταξη στο τελευταίο εδάφιό της. Προβλέπεται ειδικά για όσους έχουν εισαχθεί κατά το ακαδημαϊκό έτος 2012 και 2013, ο προερχόμενος τίτλος σπουδών να φέρει τον υφιστάμενο κατά το χρόνο εισαγωγής τους τίτλο και τύπο ακόμα και στην περίπτωση που το ΑΕΙ, η σχολή ή και το τμήμα εισαγωγής συγχωνεύθηκε, κατατμήθηκε, μετονομάστηκε ή καταργήθηκε.
Αυτό, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, αποτελεί εφαρμογή και έκφραση της αρχής της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης και αποτελεί έναν επιπλέον λόγο για να υπερψηφίσουμε και την προτεινόμενη τροπολογία.”
.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου