Όλυμπος: Ευρωπαϊκό μητροπολιτικό κέντρο- Αειφορικός τουρισμός- Οικοτουρισμός
Επί τη ευκαιρία της δημόσιας Διαβούλευσης για το σχέδιο Προεδρικού Διατάγματος «Χαρακτηρισμός της χερσαίας περιοχής του όρους Ολύμπου ως Εθνικού Πάρκου, καθορισμός ζωνών προστασίας αυτού, χρήσεων, όρων και περιορισμών», επιχειρείται, εδώ, αφενός μία συνοπτική έκθεση των βασικών στοιχείων του υπό διαβούλευση προεδρικού διατάγματος, αφετέρου δε η διατύπωση απόψεων-προτάσεων για την θεσμοθετημένη βέλτιστη αξιοποίηση του Ολύμπου με την ταυτόχρονη προστασία του τοπίου.
Α1. Πρωταρχικός στόχος του υπό διαβούλευση π.δ. είναι η προστασία και η διατήρηση της φύσης και του τοπίου, μέσω της ορθολογικής διαχείρισης, ως φυσικής κληρονομιάς και πολύτιμου εθνικού φυσικού πόρου, τόσο στην περιοχή του ήδη θεσμοθετημένου από το 1938 Εθνικού Δρυμού Ολύμπου, όσο και στην ευρύτερη περιοχή, η οποία διακρίνεται για την μεγάλη βιολογική, οικολογική, αισθητική, επιστημονική, και γεωμορφολογική της αξία και ιδιαίτερα για τη διατήρηση του τοπίου, της άγριας ορνιθοπανίδας, και της χλωρίδας στη χώρα μας. Τον αδιαμφισβήτητο πρωταρχικό σκοπό της διατήρησης και διαχείρισης των σπανίων οικοτόπων και των ειδών πανίδας και χλωρίδας της περιοχής, ακολουθεί η θεσμοθέτηση διαδικασιών για την εξασφάλισης της αρμονικής συνύπαρξης ανθρώπου και φύσης στα πλαίσια της αειφόρου ανάπτυξης της περιοχής.
Α2.ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ & ΔΙΕΘΝΕΣ ΝΟΜΙΚΟ ΠΛΑΙΣΙΟ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ: Εκτός της πληθώρας κανόνων της ελληνικής εσωτερικής έννομης τάξης για την προστασία και διαχείριση του όρους «Όλυμπος», είναι αξιοσημείωτο ότι ήδη από το 1981 η UNESCO ανακήρυξε τον Όλυμπο «Διατηρητέο Οικοσύστημα της Παγκόσμιας Βιόσφαιρας». Η Ευρωπαϊκή Ένωση τον έχει συμπεριλάβει στις «Σημαντικές για την Ορνιθοπανίδα Περιοχές της Ευρωπαϊκής Κοινότητας». Επίσης, έχει καταχωρισθεί στον κατάλογο του ευρωπαϊκού Δικτύου NATURA 2000 ως «ζώνη ειδικής προστασίας» και «τόπος κοινοτικού ενδιαφέροντος». Τέλος, ο Όλυμπος είναι μία από τις δύο περιοχές της Χώρας μας ( η δεύτερη είναι το φαράγγι της Σαμαριάς στην Κρήτη), που αναγνωρίζεται ως μέρος του Διεθνούς Δικτύου των Αποθεμάτων της Βιόσφαιρας της UNESCO (MAB).
Ειδικότερα, η προστατευόμενη περιοχή του Ολύμπου καταλαμβάνει το μεγαλύτερο μέρος του βουνού, συμπεριλαμβανομένων των κύριων κορυφών που κυριαρχούν και χαρακτηρίζονται ως ένας από τους πιο αξιόλογους γεωλογικούς σχηματισμούς της Ελλάδας. Η προς θεσμοθέτηση περιοχή περιλαμβάνει: α) τη Ζώνη Ειδικής Διατήρησης (ΖΕΔ) σύμφωνα με την Οδηγία 92/43/ΕΟΚ «για τη διατήρηση των φυσικών οικοτόπων καθώς και της άγριας πανίδας και χλωρίδας» και β) τη Ζώνη Ειδικής Προστασίας (ΖΕΠ) δυνάμει της Οδηγίας 79/409/ΕΟΚ «περί της διατηρήσεων των αγρίων πτηνών», με την ονομασία ««Όρος Όλυμπος» – GR 1250001» του Ευρωπαϊκού Οικολογικού Δικτύου «NATURA 2000».
Α3.ΠΡΟΣΤΑΤΕΥΟΜΕΝΗ ΠΕΡΙΟΧΗ & ΖΩΝΕΣ: Το σύνολο της προστατευόμενης περιοχής, βάσει του Ν. 1650/86 «για την προστασία του περιβάλλοντος» όπως τροποποιήθηκε και συμπληρώθηκε με το Ν. 3937/2011 «διατήρηση της βιοποικιλότητας και άλλες διατάξεις» προτείνεται για χαρακτηρισμό ως «ΕΘΝΙΚΟ ΠΑΡΚΟ – ΕΘΝΙΚΟΣ ΔΡΥΜΟΣ ΟΛΥΜΠΟΥ». Εντός της περιοχής του Εθνικού Δρυμού όπως οριοθετούνται και χαρακτηρίζονται δύο (2) Περιοχές Προστασίας της Φύσης , η Ζώνη Α, η οποία περιλαμβάνει τον πυρήνα του Εθνικού Δρυμού, ο οποίος έχει χαρακτηρισθεί και ως απόθεμα βιόσφαιρας, η Ζώνη Β, η οποία περιλαμβάνει σημαντικούς οικοτόπους και ενδιαιτήματα ειδών πανίδας και καθώς και ενδημικά είδη χλωρίδας και η Ζώνη Γ, η οποία περιβάλλει τις Ζώνες Α και Β και ταυτίζεται με τα εξωτερικά όρια του Εθνικού Πάρκου. Τα μέτρα προστασίας κλιμακώνονται από την Ζώνη Α προς τη Γ με φθίνουσα αυστηρότητα, έτσι ώστε να επιτυγχάνεται ένα συνεκτικό και αποτελεσματικό θεσμικό πλαίσιο προστασίας, λαμβάνοντας υπόψη τόσο τις ανάγκες του ευαίσθητου οικοσυστήματος και του τοπίου όσο και τις ανάγκες της κοινωνίας της περιοχής για βιώσιμη ανάπτυξη.
Α4. Ιδιαίτερη σημασία δίδεται στο σχέδιο του π.δ. στην επιτρεπόμενη δόμηση, καθώς και στη βελτίωση των ήδη υφισταμένων κτισμάτων, στην επιβεβλημένη απομάκρυνση του πεδίου βολής καθώς και στην οριοθέτηση της δραστηριότητας της Ιεράς Μονής Αγίου Διονυσίου.
Α5. Δεν πρέπει να διαφεύγει της προσοχής μας, ότι ο Φορέας Διαχείρισης Εθνικού Δρυμού Ολύμπου είναι το νομικό πρόσωπο ιδιωτικού δικαίου, το οποίο διαχειρίζεται την περιοχή Εθνικού Δρυμού Ολύμπου και μνημονεύεται αρκετές φορές στο σχέδιο του π.δ. Στις ακροτελεύτιες διατάξεις του π.δ. προβλέπεται η κατάργηση του ν. 1938 για τον Εθνικό Δρυμό Ολύμπου και άρα και του Φορέα διαχείρισης και συνεπώς πρέπει να εξεταστεί η συνέχιση ή μη ύπαρξης του φορέα διαχείρισης Εθνικού Δρυμού Ολύμπου ή η ενδεχόμενη αντικατάστασή του ή ενσωμάτωση του σε άλλο φορέα.
Β. Εξετάζοντας το σχέδιο του π.δ., του οποίου οι βασικές γραμμές προαναφέρθηκαν, διαπιστώνουμε ότι γίνονται συχνές αναφορές στην προστασία και διαχείριση του φυσικού πλούτου της περιοχής, ελάχιστες όμως στην οικονομική και κυρίως αειφόρο τουριστική ανάπτυξη και αξιοποίηση της περιοχής. Θα μπορούσα να παραθέσω σωρεία προτάσεων για τη βελτίωση τεχνικών στοιχείων του π.δ (π.χ χωρική μεταβολή των ζωνών), ωστόσο θεωρώ περισσότερο σημαντικό να παραθέσω τις προτάσεις μου για το μοντέλο ανάπτυξης του Ολύμπου, υπό το πρίσμα ευρωπαϊκών και διεθνών βέλτιστων πρακτικών, απολύτως συμβατών με το μοναδικό οικοσύστημα της περιοχής. Γίνεται λόγος για ένα μοντέλο συνεχώς εξελισσόμενο, μακροπολιτικό, όπως αρμόζει στο απαράμιλλο μνημείο αυτό της φύσης και όπως επιβάλλουν οι σημερινές συγκυρίες.
Β1.Εκκινώντας από το ευρωπαϊκό επίπεδο δράσης και ανάπτυξης, επισημαίνουμε ότι τα θεσμικά όργανα της Ευρωπαϊκής Ένωσης αναγνωρίζουν στο πλαίσιο της εδαφικής ατζέντας για το 2020, ολοένα και περισσότερο την πρόοδο των ευρωπαϊκών μητροπολιτικών κέντρων. Υπό το πρίσμα του μητροπολιτικού κέντρου, ακολουθούν κατωτέρω προτάσεις μου για μία οργανωμένη και προσεγμένη ανάπτυξη του Ολύμπου. Προς διευκόλυνση της κατανόησης των προτάσεών μου , σημειώνω τα εξής: Η έννοια της μητροπολιτικής περιοχής δεν εξαντλείται σ΄αυτή της μεγαλούπολης. Μια μητροπολιτική περιοχή εννοείται εδώ όχι ως μία μεγαλούπολη, αλλά ως ένα πολυκεντρικό σύμπλεγμα αστικών κέντρωναλλά και μικρότερων διοικητικών σχηματισμών , με προφανή το χαρακτήρα της αγροτικής οικονομίας. Οι πέντε βασικοί άξονες ανάπτυξης ενός μητροπολιτικού κέντρου είναι:
α) η πολιτική, σ΄ένα σύστημα πολυεπίπεδης διακυβέρνησης, κεντρικής και τοπικής εξουσίας, εθνικής, ευρωπαϊκής και διεθνούς εξουσίας αλλά και συλλογικών φορέων και μη κυβερνητικών οργανώσεων,
β) η οικονομία, με την έννοια της ύπαρξης εταιρικών σχημάτων στο μητροπολιτικό κέντρο προηγμένου βαθμού παραγωγής προϊόντων και παροχής υπηρεσιών, ύπαρξη τραπεζών-πιστωτικών ιδρυμάτων και χώροι εμπορικών εκθέσεων,
γ) η επιστήμη, ως εκπαίδευση και έρευνα με διοργάνωση επιστημονικών συνεδρίων στο μητροπολιτικό κέντρο καθώς,
δ) δίκτυα μεταφορών και επικοινωνιών, με τη δημιουργία σύγχρονων υποδομών μεταφοράς επιβατών, εμπορευμάτων, στη δική μας δε περίπτωση και οργανωμένων λιμένων, αεροδρομίου, σιδηροδρομικό δίκτυο, καθώς και ολοκληρωμένη κατασκευή δικτύων ευρυζωνικότητας και επικοινωνίας στο διαδίκτυο μέσω προηγμένης τεχνολογίας και
ε) ο πολιτισμός, με τη δημιουργία θεάτρου, κινηματογράφου, διοργάνωση μουσικών παραστάσεων, γκαλερί, δημιουργία παραρτήματος της UNESCO (μιας και η UNESCO έχει ήδη χαρακτηρίσει τον Όλυμπο ως μνημείο φυσικής και πολιτιστικής κληρονομιάς), δημιουργία οργανωμένων αθλητικών σταδίων, διοργάνωση και φιλοξενία αθλητικών οργανώσεων ευρωπαϊκής και παγκόσμιας εμβέλειας.
Όλοι οι προαναφερόμενοι άξονες ανάπτυξης ενός μητροπολιτικού κέντρου, το οποίο φιλοδοξούμε να γίνει η περιοχή μας, θα οργανωθούν και θα εκπονηθούν με οικολογική συνείδηση και με απόλυτο σεβασμό στον ορεινό όγκο του Ολύμπου.
Β2. Οι σύγχρονες οικονομικές, κοινωνικές, περιβαλλοντικές και τοπικές τάσεις, σε συνδυασμό με την αρνητική δημοσιονομική συγκυρία, καθιστούν επιτακτική τη συγκρότηση ενός συνεκτικού ενωσιακού προγράμματος για το περιβάλλον, το οποίο θα συνδέεται άμεσα με τη στρατηγική «Ευρώπη 2020». Στην περίπτωση που η περιοχή μας, με σημείο αναφοράς τον Όλυμπο, ήθελε εξελιχθεί σε μία ισορροπημένη και λειτουργική μητροπολιτική περιοχή, ενισχυμένη υπό τη στρατηγική «Ευρώπη 2020», διατηρώντας τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά και την ταυτότητά της, θα έχει ευεργετικές επιδράσεις στην ήπια ανάπτυξη της περιοχής με όρους μακροοικονομικής προσέγγισης.
Β3. Για την επίτευξη αυτού του σκοπού προτείνω τη σύσταση ομάδας υψηλού επιπέδου ή επιχειρησιακής ομάδας, η οποία θα συμβουλεύεται την ήδη υπάρχουσα Διυπηρεσιακή ομάδα της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για την ανάπτυξη των μητροπολιτικών περιοχών. Αποστολή της επιχειρησιακής ομάδας θα είναι να εκπονήσει ένα μακρόπνοο σχεδιασμό για την περιοχή μας που θα συγκεντρώνει τα χαρακτηριστικά μιας ευρωπαϊκή μητρόπολης. Ένα συνεκτικό και αποτελεσματικό σχέδιο, το οποίο θα αντικαταστήσει τις διάφορες αποσπασματικές προσεγγίσεις με μια αντίστοιχη συνολική και θα πρέπει να επικεντρωθεί σε σφαιρική στρατηγική για ευφυή, διατηρήσιμη και χωρίς αποκλεισμούς ανάπτυξη. Το εν λόγω σχέδιο θα πρέπει να υποστηριχθεί από διεξοδικές αναλύσεις των σημερινών (και μελλοντικών) τάσεων, βάσει των στατιστικών της Eurostat, στοιχείων και μελετών του Δικτυακού Παρατηρητηρίου της Ευρωπαϊκής Χωροταξίας (ESPON) και λοιπών σαφώς ορισμένων πηγών.
Η επιχειρησιακή αυτή ομάδα θα έχει διαθεματικό χαρακτήρα, θα απαρτίζεται από εκπροσώπους της τοπικής διακυβέρνησης, εκπροσώπους της κοινωνίας των πολιτών, εκπαιδευτικούς φορείς απ’ όλες τις βαθμίδες, πολεοδόμους, διαχειριστές ακίνητης περιουσίας και επενδυτές από τον ιδιωτικό τομέα καθώς και δημόσιων και ιδιωτικών φορέων. Επίσης, προτείνω για την επίτευξη του σκοπού της, η τοπική επιχειρησιακή ομάδα να παρακολουθεί το Ευρωπαϊκό Ινστιτούτο Μητροπολιτικού Δικτύου (ΕΜΙ), φορέας, ο οποίος διαθέτει εμπειρία στην πρωτοβουλία του κοινού προγραμματισμού «Η Ευρώπη των πόλεων», καθώς και του Δικτύου Μητροπολιτικών Περιφερειών και περιοχών (ΜΕΤRΕΧ).
Β4. Ειδικότερα, οι λέξεις- κλειδιά μιας συντονισμένης αναπτυξιακής προοπτικής είναι «τουρισμός», «αειφορία» και «αναψυχή», οι οποίες αποτελούν μια από τις πιο σημαντικές οικονομικές και κοινωνικές δραστηριότητες στην Ευρώπη, με μετρήσιμη θετική συνεισφορά στο ΑΕΠ. Η τουριστική αειφορία παράγει μεγαλύτερο εισόδημα και δημιουργεί θέσεις εργασίας, συμβάλλει στην, κατανόηση άλλων πολιτισμών, σέβεται τη φυσική και πολιτιστική κληρονομιά, υποβοηθά την ανάπτυξη υποδομών, που με τη σειρά τους επιφέρουν κοινωνικά και οικονομικά οφέλη.
Κάποιες ανέλεγκτες μορφές τουριστικής ανάπτυξης μπορεί να προκαλέσουν καταστροφή βιοτόπων, υποβάθμιση τοπίων, ανταγωνισμό στη χρήση των φυσικών πόρων και υπηρεσιών (όπως για παράδειγμα τις χρήσεις γης, το γλυκό νερό, την ενέργεια, την παραγωγή και διαχείριση αποβλήτων). Επιπλέον, οι «πολίτες- οικοδεσπότες» μπορεί να υποστούν αλλοίωση των παραδόσεων τους και να εξαρτώνται αποκλειστικά από το τουριστικό εισόδημα. Τα προβλήματα αυτά επιδεινώνονται από τη συγκέντρωση τουριστικών δραστηριοτήτων σε σεζόν σχετικά μικρής διάρκειας και σε συγκεκριμένες, συχνά μικρές περιοχές, οι οποίες υφίστανται τις πιέσεις και άλλων οικονομικών δραστηριοτήτων, όπως γεωργία, βιομηχανία, αλιεία, αστικοποίηση. Συνεπώς, η τουριστική ανάπτυξη δεν είναι αυτοσκοπός. Τροφοδοτεί και τροφοδοτείται από την ποιότητα του φυσικού και πολιτιστικού περιβάλλοντος. Η μη χωροταξινομημένη τουριστική ανάπτυξη μπορεί να επηρεάσει το φυσικό περιβάλλον σε τέτοιο βαθμό, ώστε να απειλήσει την ίδια του την ύπαρξη.
Σύμφωνα με στατιστικά στοιχεία ο αριθμός των επισκεπτών σε Εθνικούς Δρυμούς, σε προστατευόμενες περιοχές και σε περιβαλλοντικά ευαίσθητες περιοχές, αυξάνεται εξαιτίας του αυξημένου ενδιαφέροντος για τη φύση, σε όλη την Ευρώπη. Τα κύρια προβλήματα προκύπτουν από τη χρήση των επιβατικών αυτοκινήτων και τη συγκέντρωση των τουριστών σε περιόδους αιχμής σε δημοφιλείς περιοχές εύκολα προσβάσιμες από τα αστικά κέντρα, όπως είναι και η περιοχή του Ολύμπου.
Σύμφωνα πάλι με επίσημα στατιστικά στοιχεία, οι σωρευτικές περιβαλλοντικές επιπτώσεις από τη χειμερινή αθλητική δραστηριότητα (κυρίως σκι) είναι σημαντικές, σε συνδυασμό με την αποδάσωση, τη διάβρωση από ποδοπάτηση, προβλήματα που οδηγούν στην εφαρμογή συγκεκριμένου μοντέλου τουριστικής ανάπτυξης στον Όλυμπο.
Β5. Με γνώμονα τα προαναφερθέντα και δεδομένου ότι το πρωτεύον είναι η διατήρηση της χλωρίδας και πανίδας του Ολύμπου, το μοναδικό επιτρεπόμενο μοντέλο ανάπτυξης είναι ο «αειφορικός τουρισμός». Η αναγκαιότητα του αειφορικού τουρισμού έχει αναγνωρισθεί διεθνώς σε κείμενα όπως στην Ατζέντα 21 και σε ευρωπαϊκά προγράμματα πλαίσιο. Υπάρχουν επίσης διεθνείς συμφωνίες για τον τουρισμό και το περιβάλλον (π.χ. Συνθήκη για την Προστασία των Άλπεων το 1991), την ΕυρωΜεσογειακή Διακήρυξη για τον Τουρισμό με Αειφόρο Ανάπτυξη το 1993.
Εντούτοις δεν υπάρχει ένας κοινά αποδεκτός ορισμός για τον αειφορικό τουρισμό. Μια σειρά από στοιχεία-κλειδιά θα μπορούσαν να συμπεριληφθούν στην διαμόρφωση του, όπως η μακροπρόθεσμη προοπτική, η αναγνώριση της αλληλεξάρτησης των οικονομικών και περιβαλλοντικών συστημάτων και τα βιολογικά όρια μέσα στα οποία πρέπει να παραμείνουν οι ανθρώπινες δραστηριότητες. Προκειμένου να επιτευχθεί αειφορικός τουρισμός στην περιοχή του Ολύμπου, πρέπει να βρεθεί ισορροπία ανάμεσα σε πέντε βασικούς παράγοντες και συγκεκριμένα τουριστικούς, οικονομικούς, κοινωνικούς, πολιτιστικούς και περιβαλλοντικούς. Οι πέντε αυτοί βασικοί παράγοντες αποτελούν τις συνιστώσες για την ικανοποίηση της φέρουσας ικανότητας, τον αριθμό δηλαδή των τουριστών, που μπορεί υποστηρίξει το οικοσύστημα του Ολύμπου επ’ αόριστον, χωρίς να εξαντληθούν οι διαθέσιμοι φυσικοί πόροι. Το πρώτο δε επίπεδο εκτίμησης της «φερόμενης ικανότητας» είναι η περιβαλλοντική, ο βαθμός δηλαδή στον οποίο ένα οικοσύστημα, ένας βιότοπος, ένα τοπίο, ένας ορεινός όγκος του Ολύμπου, μπορεί να δεχθεί τις επιπτώσεις των υποδομών, του τουρισμού, χωρίς να προκληθεί ζημία.
Επομένως η θεσμοθέτηση του όρους Ολύμπου ως Εθνικού Πάρκου, πρέπει να συνοδεύεται από τη συγκεκριμενοποίηση νομοθετημάτων για την ανάπτυξη αειφορικού τουρισμού στην περιοχή. Ενός τουρισμού που θα λειτουργεί μέσα στις φυσικές δυνατότητες ανανέωσης των φυσικών πόρων, θ΄αναγνωρίζει τη συμβολή των ανθρώπων και των κοινωνιών στην τουριστική εμπειρία, θα δέχεται ότι οι άνθρωποι πρέπει να έχουν ένα ισότιμο μερίδιο στα οικονομικά οφέλη του τουρισμού. Μόνον ένα μοντέλο αειφορικού τουρισμού, ο οποίος θα διατηρήσει τους φυσικούς πόρους, θα σεβαστεί το ιδιαίτερο και μοναδικό φυσικό περιβάλλον, θα μειώσει την υπερκατανάλωση και τ΄απορρίματα, θα προωθήσει τη φυσική ποικιλότητα και θα ενισχύσει τις τοπικές κοινωνίες, λαμβανομένου υπόψη του περιβαλλοντικού κόστους.
Όλοι οι παραπάνω στόχοι θα επιτευχθούν με την ενσωμάτωση του αειφορικού τουρισμού στο εν λόγω προεδρικό διάταγμα και με την πραγματική ένταξη του τουρισμού στην εθνική και τοπική αναπτυξιακή στρατηγική με μακροπρόθεσμη βιωσιμότητα. Ακόμη είναι επιτακτική, εκτός της θεσμοθέτησης του συγκεκριμένου π.δ., η ανάπτυξη κωδίκων συμπεριφοράς από διεθνείς και εθνικούς φορείς αλλά και την τουριστική βιομηχανία. Αυτός ο τύπος αυτο-ρύθμισης ήταν μια σημαντική ιδέα της Ατζέντας 21. Επίσης, η ανάπτυξη οδηγιών, όπως αυτές του Παγκόσμιου Οργανισμού Τουρισμού, για τα εθνικά πάρκα και τις προστατευόμενες περιοχές σε σχέση με τον τουρισμό.
Πρέπει να αναφερθεί ότι ο αειφορικός τουρισμός στηρίζεται στη συμμετοχή των τοπικών κοινωνιών με τη συνεχή βελτίωση της τοπικής τουριστικής εμπειρίας, προωθεί τη συνδιάσκεψη των οργανισμών, ινστιτούτων με τις τοπικές κοινωνίες, επιβάλλει την εκπαίδευση εντόπιου προσωπικού και με τον τρόπο αυτό αποκτάται ένα μακροπρόθεσμο τουριστικό τοπικό υπόβαθρο, έτσι ώστε και η ανεργία να μειώνεται και οι παροχή υπηρεσιών να προβιβάζεται.
Επίσης, στο κείμενο του υπό διαβούλευση π.δ. θα πρέπει να προβλεφθεί ο συντονισμός ενός υπεύθυνου τουριστικού μάρκετινγκ, έτσι ώστε να οι τουρίστες να προσέρχονται στις περιόδους που τα οικοσυστήματα είναι περισσότερο ανθεκτικά, να δίδονται πληροφορίες για το σεβασμό του φυσικού περιβάλλοντος του Ολύμπου, να διεξάγεται έρευνα με συνεχή παρακολούθηση της τοπικής τουριστικής βιομηχανίας, με συλλογή δεδομένων και ανάλυσή τους, έτσι ώστε να προλαμβάνονται τα τυχόν προβλήματα.
Β6. Ένα άλλο μοντέλο ανάπτυξης τουρισμού, που συμβαδίζει με τον αειφορικό τουρισμό και πρέπει να συμπεριληφθεί σαφώς στο π.δ. είναι ο «οικοτουρισμός». Ο «οικοτουρισμός» είναι αποτέλεσμα της αυξημένης περιβαλλοντικής ευαισθητοποίησης των πολιτών, όπως προκύπτει από επίσημα στατιστικά στοιχεία.
Ο Παγκόσμιος Οργανισμός Τουρισμού έχει ορίσει τον οικοτουρισμό ως την ενσωμάτωση της περιβαλλοντικής διάστασης σε όλα τα τουριστικά και ταξιδιωτικά προϊόντα και στην κατανάλωσή τους. Αυτό συνεπάγεται ότι η αειφορική τουριστική ανάπτυξη είναι εκείνη που κινείται σε ένα επίπεδο ή κάτω αυτού, που δεν δημιουργεί περιβαλλοντική ή κοινωνικο-πολιτιστική υποβάθμιση ή δεν δημιουργεί την αίσθηση στους τουρίστες ότι μειώνει την ευχαρίστηση και την απόλαυση της περιοχής.
Υπάρχουν πολλές μορφές οικοτουρισμού, από αναπτύξεις τύπου “χωριών” μέχρι τουρισμού μέσα στη φύση, που μπορεί να περιλαμβάνουν πεζοπορία, ορειβασία, ποδηλασία, διαμονή σε αγροτικές κατοικίες, παρατήρηση πουλιών, και άλλες ήπιες δραστηριότητες. Αναμένεται αύξηση του οικοτουρισμού ως αποτέλεσμα της αυξανόμενης περιβαλλοντικής ευαισθητοποίησης των πολιτών. Το Συμβούλιο της Ευρώπης έχει προτείνει έναν αριθμό πιλοτικών προγραμμάτων ήπιου τουρισμού τόσο σε φυσικές όσο και κατασκευασμένες περιοχές, προγράμματα στα οποία μπορεί να ενταχθεί η τουριστική ανάπτυξη του Ολύμπου και της ευρύτερης περιοχής, εφόσον καθορισθούν οι απαιτούμενες προϋποθέσεις εντός του π.δ.
Στο σημείο αυτό αξίζει ν΄ αναφερθεί ότι η λίστα της Παγκόσμιας Κληρονομιάς της ΟΥΝΕΣΚΟ με 350 περιοχές παγκοσμίως, περιλαμβάνει πολιτιστικές , φυσικές και μεικτές περιοχές, με τον απώτερο σκοπό να εξασφαλιστεί επαρκής προστασία. Οι πολιτιστικές περιοχές είναι 10 φορές περισσότερες από τις φυσικές περιοχές της Ευρώπης, μία από τις οποίες είναι ο Όλυμπος. Είναι ορατή συνεπώς η σημασία σε ευρωπαϊκό και παγκόσμιο επίπεδο της αειφόρου ανάπτυξης του Ολύμπου, συμπεριλαμβανομένου του οικοτουρισμού, μέσα από μία συντονισμένη δράση, με αυστηρώς θεσμοθετημένο περίβλημα, για την προστασία και ανάδειξη του φυσικού του πλούτου.
Γ. Εκτός από τις προαναφερόμενες μορφές αειφορικού τουρισμού και οικοτουρισμού, απαντώνται και έχουν εφαρμοστεί στην πράξη σε τοπικό επίπεδο τα μοντέλα τουριστικής ανάπτυξης των ορεινών όγκων στην Ευρώπη. Παρά το μοναδικό και ιδιαίτερο οικοσύστημα του Ολύμπου, τα μοντέλα αυτά μπορούν να αποτελέσουν πρότυπα ανάπτυξης για την περιοχή μας, προσαρμοσμένα στις επιχώριες συνθήκες και στην ανάγκη προστασίας του Εθνικού Πάρκου του Ολύμπου. Ειδικότερα:
Γ1. Το μοντέλο του «Τυρόλου», το οποίο συχνά γενικεύεται μέσα από την ονομασία "Αυστριακό μοντέλο" χαρακτηρίζεται σαν ένα μοντέλο "ήπιου τουρισμού", με την τουριστική ανάπτυξη ελεγχόμενη εξ αρχής από τις αγροτικές κοινωνίες του ορεινού όγκου των Άλπεων, οι οποίες γνώριζαν να διατηρήσουν τον έλεγχο της εδαφικής ιδιοκτησίας τους και κατ΄αυτόν τον τρόπο να ιδιοποιηθούν την προκαλούμενη από την τουριστική ανάπτυξη υπεραξία. Και η περιοχή μας είναι μία έντονα αγροτική περιοχή, στην οποία μπορεί να συνυπάρξει η αγροτική με την τουριστική δραστηριότητα σε μία σχέση αλληλοτροφοδότησης με κοινό σημείο αναφοράς τον Όλυμπο.
Ο αγρότης μπορεί να αναπτύξει πολυδραστηριότητα και να είναι ταυτόχρονα ιδιοκτήτης ενοικιαζομένων δωματίων ή ξενοδόχος ή moniteur του Ski ή διαχειριστής μικρών Ski-Lifts, ή οδηγός βουνού κλπ. Θα υπάρχει αλληλοκάλυψη μεταξύ του αγροτικού και τουριστικού χώρου, οι δε τουριστικοί σταθμοί θα δημιουργηθούν στη συνέχεια των μικρών παραδοσιακών χωριών, με αποτέλεσμα να υπάρχει χωρική συνέχεια και σεβασμός της παραδοσιακής αρχιτεκτονικής. Στο σημείο αυτό θα πρέπει να προσεχθεί το υψόμετρο του ορεινού όγκου στο οποίο θα επιτραπεί αυτή η ήπιας μορφής ανάπτυξη, λαμβανομένου υπόψη ότι σε άλλους ορεινούς ευρωπαϊκούς όγκους επιτρέπεται μέχρι την ισοϋψή των 1300μ. Αυτό βέβαια προϋποθέτει νομοθετική ευελιξία στους επιτρεπόμενους όρους δόμησης από την πλευρά της πολιτείας, η οποία άμεσα πρέπει να τροποποιήσει μερικώς το υπάρχον καθεστώς στην περιοχή, έτσι ώστε να ευνοείται η δημιουργία τουριστικών σταθμών, πριν την ανάβαση σε πολύ υψηλά υψόμετρα. Σε ό,τι αφορά την αρχιτεκτονική, θα πρέπει να οριστούν συγκεκριμένες προδιαγραφές ποιότητας χώρου υποδομής, σπιτιών, τοιχογραφιών, περιβάλλοντος ανθοστόλιστου χώρου. Επίσης, θα πρέπει να φροντιστεί η καλαισθησία των αγροτικών τοπίων στα χαμηλά του βουνού καθώς και ο βαθμός συντήρησης των ορεινών τοπίων. Στην περίπτωση του Ολύμπου, λόγω του Εθνικού Δρυμού, της ιδιαίτερα πυκνής βλάστησης και του Εθνικού πάρκου, προτείνεται να αναπτυχθεί και το μοντέλο του "Τυρόλου" στην Haute Bariere, όπου το δασικό στοιχείο υπερτερεί του αγροτικού.
Οι αγρότες εκπαιδεύονται να υποδέχονται και να διαχειρίζονται με τον καλύτερο δυνατό τρόπο τους τουριστικούς επισκέπτες, προκειμένου να την καταστήσουν επαναλαμβανόμενη. Ουσιαστικά ανταποκρίνονται στην ποιότητα του "ορεινού πλαισίου" εντός του οποίου διαμορφώνεται και αναπτύσσεται η τουριστική δραστηριότητα. Άξιο αναφοράς είναι ότι στις περιοχές που εφαρμόστηκε το μοντέλο «Τυρόλο», σταμάτησε η παρακμή των αγροτικών οικονομιών και μετριάστηκε η πληθυσμιακή έξοδος από τις αγροτικές περιοχές, ενώ ταυτόχρονα συντηρήθηκε η καλαισθησία του φυσικού τοπίου, δημιουργήθηκαν συμπληρωματικές αγροτικές καλλιέργειες και επιτεύχθηκε διπλή τουριστική περίοδος.
Γ2. Το «Γαλλικό» μοντέλο, είναι το μοντέλο των σταθμών των χειμερινών σπορ, που χαρακτηρίζονται σαν "ολοκληρωμένοι". Δεν αφορά επομένως το σύνολο των σταθμών, αλλά ανταποκρίνεται κατ’ εξοχήν στη γενιά που δημιουργήθηκε μετά το τέλος του δευτέρου παγκοσμίου πολέμου. Τα δύο κοινά σημεία των σταθμών είναι:
- οι σταθμοί του "γαλλικού" μοντέλου δημιουργήθηκαν "ex nihilo" και σε μεγάλα υψόμετρα, επομένως μακριά από τις μόνιμες κατοικίες των αγροτικών πληθυσμών.
- οι σταθμοί του "γαλλικού" μοντέλου επινοήθηκαν, σχεδιάσθηκαν και κατασκευάσθηκαν από εταιρείες των αστικών κέντρων, συχνά του Παρισιού, οι οποίες αγνοούσαν παντελώς τα κοινωνικά και οικονομικά δεδομένα των πληθυσμών των ορεινών όγκων. Συνεπώς, πρόκειται για σταθμούς με τεχνική επιτυχία, πολλές πίστες σκι, αλπικού σκι, πίστες καταβάσεων και πολλά κανόνια χιονιού. Απορροφάται μεγάλος αριθμός προσωπικού στα Ski-Lifts και υπάρχουν πολλές κλίνες. Με τον τρόπο αυτό σταμάτησε και η έξοδος του αγροτικού πληθυσμού, ο οποίος παρέμεινε στους ορεινούς όγκους. Στο μοντέλο αυτό, οι σταθμοί είναι απομακρυσμένοι από τους αγροτικούς πληθυσμούς τουλάχιστον 20 χλμ από τον πλησιέστερο οικισμό και είναι ανομοιόμορφοι στην αρχιτεκτονική τους.
Δ. Ανακεφαλαιώνοντας και θεωρώντας ως αδιαπραγμάτευτη την προστασία του φυσικού περιβάλλοντος του ορεινού όγκου του Ολύμπου με τη χλωρίδα και την πανίδα του, όπως το υπό διαβούλευση π.δ. επιτάσσει, προτείνω σύμφωνα με όσα έχω προαναφέρει, να συμπεριληφθούν συγκεκριμένα άρθρα στο προεδρικό διάταγμα, τα οποία να διευκολύνουν την οργάνωση και ανάπτυξη ενός μητροπολιτικού κέντρου στον Όλυμπο και την ευρύτερη περιοχή του. Είναι επιτακτική ανάγκη να προβούμε σε διορατική προσέγγιση του θέματος υπό το πρίσμα ευρωπαϊκών και διεθνών βέλτιστων πρακτικών, απολύτως συμβατών με το μοναδικό οικοσύστημα της περιοχής, «για να μην προσθέσουμε έναν ακόμη κρίκο στην αλυσίδα των χαμένων ευκαιριών». Ο θεσμοθετημένος χαρακτηρισμός του Ολύμπου ως εθνικού πάρκου πρέπει να συνοδευθεί από ένα οργανωμένο πρότυπο τουριστικής αειφορίας και οικοτουρισμού στην περιοχή, που θα διασφαλίζει τη συμβολή των πολιτών και των τοπικών κοινωνιών στην τουριστική εμπειρία και θα ενταχθεί στη σφαιρική στρατηγική «Ευρώπη 2020», μέσω ενός ενωσιακού –ευρωπαϊκού προγράμματος μητροπολιτικής ανάπτυξης.
Φαίνεται πως η ανάπτυξη του αειφορικού τουρισμού σε ένα μοντέλο τύπου «Τυρόλο», προσαρμοσμένο στις ιδιαιτερότητες του Ολύμπου θα οδηγούσε στην αρμονική συνύπαρξη ανθρώπου και φύσης στην περιοχή μας. Προτεραιότητα πρέπει να δίδεται σε δραστηριότητες αγροτουρισμού, οικοτουρισμού, αθλητικού τουρισμού (αναπόσπαστα στοιχεία του αειφορικού τουρισμού) και δευτερευόντως στον ορεινό-χιονοδρομικό τουρισμό, επειδή έτσι αρμόζει στο φυσικό πλούτο και στο ανθρωπογενές περιβάλλον της περιοχής μας. Το μοντέλο αυτό τροφοδοτεί και τροφοδοτείται από την τοπική αγροτική κυρίως κοινωνία, η οποία είναι δραστήρια, έχει παραμείνει κυρίαρχος της ανάπτυξης στην περιοχή και έχει στενή σχέση με την αγροκτηνοτροφική παραγωγή και την τουριστική κατανάλωση. Είναι ένα μοντέλο ήπιας ανάπτυξης του ορεινού όγκου με χιονοδρομικά κέντρα σε χαμηλό υψόμετρο, με συντήρηση της καλαισθησίας του φυσικού τοπίου, με καταλύματα συγκεκριμένης ομοιόμορφης αρχιτεκτονικής και με έντονη την πολυδραστηριότητα της τοπικής κοινωνίας.
Η θεσμοθέτηση του Ολύμπου και της περιοχής του ως μητροπολιτικού ευρωπαϊκού κέντρου της Νοτίου Ευρώπης, σε ένα μοντέλο τουριστικής αειφορίας και οικοτουρισμού με σεβασμό στο χαρακτηρισμένο «Εθνικό πάρκο» θ΄αποτελέσει περιβαλλοντικό, οικολογικό και πολιτισμικό πόλο έλξης για χιλιάδες επισκέπτες και βατήρα ώθησης της τοπικής οικονομίας και κοινωνίας με όρους μακροοικονομικής σταθερότητας.