Απόψεις και παρατηρήσεις κατά άρθρο της ΣΤ Κ.Ο.ΜΑ.Θ. επί του Σχεδίου Προεδρικού Διατάγματος για το «Χαρακτηρισμό της χερσαίας περιοχής του όρους Ολύμπου ως Εθνικού Πάρκου, καθορισμός ζωνών προστασίας αυτού, χρήσεων, όρων και περιορισμών».
Η Κυνηγετική Ομοσπονδία Μακεδονίας – Θράκης εκπροσωπεί περισσότερους από 60.000 πολίτες που είναι κυνηγοί του γεωγραφικού διαμερίσματος της Μακεδονίας και της Θράκης.
Ως φορέας με αποδεδειγμένο ενδιαφέρον και ανησυχία για τη διαχείριση και προστασία του φυσικού περιβάλλοντος της χώρας, μέσα από την επιστημονική του στελέχωση και την τεκμηρίωση των προτάσεων και των εφαρμοζόμενων μέτρων διαχείρισης, αλλά και ως φορέας που εκπροσωπεί πολίτες που έχουν άμεση και συνεχή επαφή με τη φύση, υιοθετούμε πλήρως την άποψη της ΕΕ και της Διεθνούς Ένωσης για τη Διατήρηση της Φύσης (IUCN) (που πηγάζει από την ανάλογη επιστημονική έρευνα), πως τα φυσικά οικοσυστήματα μπορούν να προστατευτούν και να διατηρηθούν αποτελεσματικά μόνο με την ενεργό παρουσία του ανθρώπου μέσα σ’ αυτά.
Ιδιαίτερα στα μεσογειακά οικοσυστήματα, όπου η παρουσία του ανθρώπου ως διαχειριστή- καρπωτή των φυσικών πόρων, είναι γνώστη εδώ και 5.000 χρόνια, εκτιμούμε πως θα πρέπει να θεωρείται δεδομένο το γεγονός πως παραδοσιακές δραστηριότητες όπως η θήρα αποτελούν πλέον αναπόσπαστο μέρος των φυσικών διεργασιών που λαμβάνουν χώρα μέσα σ’ αυτά.
Εκείνο επομένως που θα πρέπει να αποτελεί βασικό στόχο κάθε σχετικής διάταξης είναι η ορθολογική διαχείριση των φυσικών πόρων με συγκεκριμένους κανόνες αειφορίας στην οποία όλοι οι χρήστες της περιοχής θα μπορούν να έχουν ενεργό συμμετοχή.
Αν και οι Προστατευόμενες Περιοχές της Ελλάδας στο σύνολό τους σχεδόν μόνο κατ’ ευφημισμό είναι τέτοιες μιας και στην πράξη απουσιάζει τόσο η προστασία όσο και η διαχείριση, η καλή κατάσταση των οικοσυστημάτων τους (όπου αυτή έχει επιτευχθεί), είναι αποτέλεσμα της αρμονικής συνύπαρξης των κατοίκων και των επισκεπτών της περιοχής με τη φύση.
Οι αυθαίρετοι περιορισμοί των δραστηριοτήτων αυτών των ανθρώπων επομένως, αντί επιβράβευση αποτελούν αναίτια «τιμωρία» απέναντι σε κατοίκους και χρήστες, και οφείλονται συνήθως στην προσέγγιση της λεγόμενης «αστικής οικολογίας», που καμία σχέση δεν έχει με το πραγματικό ενδιαφέρον και τη δυναμική των κατοίκων των νομών της Πιερίας και της Λάρισας.
Τα Εθνικά Πάρκα επομένως με βάση τις αρχές της επιστήμης δεν πρέπει να λειτουργούν υπό την αντίληψη της απομόνωσής τους από τον άνθρωπο και τις δραστηριότητές του, αλλά αντίθετα όπως αναφέραμε και παραπάνω, η φύση θα πρέπει να αντιμετωπίζεται ως ζωντανός οργανισμός βασικό κύτταρο του οποίου αποτελεί ο άνθρωπος. Σε ότι αφορά στη θήρα συγκεκριμένα το θεσμικό πλαίσιο της Ελλάδας είναι από τα αυστηρότερα της Ευρώπης και αυτό που λείπει είναι η εφαρμογή του στην πράξη και όχι οι αυθαίρετες και καταχρηστικές απαγορεύσεις.
Οι παρατηρήσεις που ακολουθούν επί του Σχεδίου Προεδρικού Διατάγματος για το «Χαρακτηρισμό της χερσαίας περιοχής του όρους Ολύμπου ως Εθνικού Πάρκου, καθορισμός ζωνών προστασίας αυτού, χρήσεων, όρων και περιορισμών» βασίζονται στο παραπάνω πνεύμα.
Στην περίπτωση του Εθνικού Πάρκου Ολύμπου πρέπει να επισημάνουμε ότι τα μέτρα διαχείρισης που προτείνονται από το σχετικό Σχέδιο Προεδρικού Διατάγματος (Σ.Π.Δ.) και στηρίζονται σε συγκεκριμένη Ειδική Περιβαλλοντική Μελέτη (ΕΠΜ), που έγινε αποδεκτή με την υπ’ αριθμό Οικ. 141874/3328/2010 απόφαση της Γενικής Διευθύντριας Περιβάλλοντος του ΥΠΕΚΑ, κάθε άλλο πάρα εξυπηρετούν την βιώσιμη ορθολογική και αειφορική ανάπτυξη της περιοχής του Ολύμπου, προς όφελος των κατοίκων και των επισκεπτών χρηστών της περιοχής, και της προστασίας του μοναδικού αυτού οικοσυστήματος.
Από τη σχετική ΕΠΜ απουσιάζει οποιαδήποτε αναφορά στην κυνηγετική επισκεψιμότητα της περιοχής, μια περιοχή με μεγάλο θηραματικό πλούτο, που αποτελεί κάθε χρόνο πόλο έλξης για πολλούς νόμιμους κυνηγούς από όλη την Ελλάδα. Ούτε γίνεται λόγος για την ανάπτυξη, οργάνωση και διαχείριση του κυνηγητικού τουρισμού ως μορφή εναλλακτικού τουρισμού και ως εναλλακτική οικονομική πρόσοδος στη διάρκεια της «νεκρής» Χειμερινής περιόδου για την περιοχή.
Οι μελέτες επισκεψιμότητας που έχουν εκπονηθεί αναφέρονται αποκλειστικά στην Καλοκαιρινή περίοδο (Μάιος – Σεπτέμβριος) με αποτέλεσμα να μην υπάρχει η δυνατότητα να αξιολογηθεί η επισκεψιμότητα των κυνηγών στον Όλυμπο αλλά και των εσόδων που πηγάζουν από την κυνηγετική δραστηριότητα σε πλήθος επιχειρήσεων όπως ξενοδοχεία, χώροι εστίασης, πρατήρια υγρών καυσίμων, κτηνιατρεία και καταστήματα κυνηγετικών ειδών. Το γεγονός και μόνο ότι στον σχεδιασμό της μελέτης δεν λήφθηκε υπόψη ο μεγάλος αριθμός των κυνηγών – επισκεπτών αποτελεί επιβεβαίωση ότι η μελέτη εξ ορισμού ήταν απαξιωτική απέναντι στο κυνήγι!
Παρόλα αυτά όμως δεν βρέθηκε και δεν υπάρχει καμία αρνητική αναφορά για τη θήρα στην ΕΠΜ, πέραν αυτής που αφορά τη λαθροθήρα Αγριόγιδων, γεγονός απόλυτα καταδικαστέο, αλλά που δεν ΑΦΟΡΑ ΤΟ ΚΥΝΗΓΙ ΟΥΤΕ ΤΟΥΣ ΚΥΝΗΓΟΥΣ. Η συγκεκριμένη παράβαση όμως αφορά ήδη απαγορευμένο για τη θήρα είδος και μάλιστα σε επίσης απαγορευμένες για τη θήρα περιοχές. Η Δ/νση Δασών Πιερίας δεν έχει προβεί ποτέ σε μήνυση σχετικά με τη συγκεκριμένη παράβαση αλλά ούτε έχει καλέσει ποτέ τους Ομοσπονδιακούς Θηροφύλακες της περιοχής για συνδρομή σε περίπτωση λαθροθήρας Αγριόγιδου.
Γίνεται επομένως προφανές το γεγονός πως αυτό που λείπει για την προστασία των Αγριόγιδων του Ολύμπου είναι η συστηματική και συνεχής φύλαξη των περιοχών που ενδιαιτεί και όχι ο εξοβελισμός των νόμιμων κυνηγών από το σύνολο του ορεινού όγκου του Ολύμπου στην πλειοψηφία των εκτάσεων του οποίου δεν απαντάται το Αγριόγιδο. Η συνεχής και ουσιαστική φύλαξη βέβαια δε λείπει μόνο λόγω λαθροθήρας του Αγριόγιδου αλλά και για κάθε άλλη παραβατική συμπεριφορά. Είναι αδιανόητο να γίνεται λόγος για προστασία και διαχείριση του Ολύμπου και να μην υπάρχουν τουλάχιστον 2 φυλάκια ένα στην Ανατολική και ένα στη Δυτική πλευρά του βουνού που να είναι συνεχώς επανδρωμένα με διπλές βάρδιες για να γίνεται εφικτή η άμεση παρέμβαση σε οτιδήποτε αντίκειται στις διατάξεις που σχετίζονται με την προστασία του φυσικού περιβάλλοντος του Ολύμπου.
Η ίδια ατεκμηρίωτη ανάλυση διακρίνει και τις θέσεις που εκφράζονται για την κατάσταση των πληθυσμών της άγριας πανίδας θηρεύσιμης και μη. Η μόνη μελέτη που αναφέρεται στη βιβλιογραφία της ΕΠΜ και σχετίζεται άμεσα με την πανίδα της περιοχής εκπονήθηκε το μακρινό 1985 (!) με αποτέλεσμα τα στοιχεία που παρουσιάζονται να μη θεωρούνται έγκυρα με χαρακτηριστικό παράδειγμα την αναφορά στην παρουσία γυπαετού ενώ το συγκεκριμένο είδος έχει χρόνια να καταγραφεί στον Όλυμπο.
Σε ότι αφορά στη διαδικασία κατάρτισης του σχετικού Σχεδίου Προεδρικού Διατάγματος, ενώ στα «Λαμβάνοντας υπόψη» αναφέρονται οι γνωμοδοτήσεις των όμορων Δήμων, οι Δήμοι αυτοί δεν είχαν γνωμοδοτήσει σχετικά αλλά αντίθετα τουλάχιστον ο ένας εκ των δύο που αναφέρονται στο ΣΠΔ διοργάνωσε στις 10/10/2011 σχετική συνάντηση (Δήμος Δίου – Ολύμπου).
Πέραν τούτου, όπως μας ενημέρωσε προφορικά ο Πρόεδρος του Δημοτικού Συμβουλίου Δήμου Ολύμπου, ο Δήμος πρόκειται να ζητήσει μεγάλη χρονική παράταση για την κατάθεση της τελικής γνωμοδότησής του σχετικά με τα όσα προβλέπονται στο Σχέδιο Προεδρικού Διατάγματος για τον Όλυμπο. Το ΣΠΔ επομένως συντάχθηκε χωρίς στην ουσία να έχουν ληφθεί υπόψη οι γνωμοδοτήσεις της Τοπικής Αυτοδιοίκησης γεγονός που έρχεται σε αντίθεση τόσο νομικά όσο και ηθικά με τα όσα ισχύουν επί των διαδικασιών κατάρτισης – διαμόρφωση ενός Προεδρικού Διατάγματος.
Δεν είναι δυνατόν να ιδρύονται Εθνικά Πάρκα, κατ’ επιταγή του νόμου για τη Φύση (1650/1986) και η ίδια η Πολιτεία να αγνοεί το δικό της νόμο αλλά και την ίδια την έννοια της δημοκρατίας και του ρόλου της Αυτοδιοίκησης.
Προτάσεις τροποποιήσεων της Στ ΚΟΜΑΘ επί του εν λόγω ΣΠΔ κατ΄ άρθρο
Άρθρο 1
Σκοπός του Σχεδίου Προεδρικού Διατάγματος
Παρατηρήσεις Στ ΚΟΜΑΘ:
Καμία σύγχρονη επιστημονική έρευνα δεν αναφέρει τη νόμιμη θήρα ως δραστηριότητα αντίθετη με την «προστασία, διατήρηση και διαχείριση της φύσης και του τοπίου ως φυσικής και πολιτιστικής κληρονομιάς και πολύτιμου εθνικού φυσικού πόρου σε χερσαία τμήματα της περιοχής του όρους Όλυμπος», που αποτελεί το σκοπό του εν λόγω Προεδρικού Διατάγματος.
Τόσο η ΕΕ όσο και η Διεθνής Ένωση για τη Διατήρηση της Φύσης κάνουν λόγο για ρύθμιση της θήρας και των λοιπών ανθρώπινων δραστηριοτήτων και όχι για αυθαίρετες ολικές απαγορεύσεις στις διάφορες χρήσεις. Αν και οι επιστημονικές μελέτες που αποτελούν την τεκμηρίωση των διατάξεων του Σχεδίου Προεδρικού Διατάγματος καταλήγουν σε προτάσεις για ολική απαγόρευση της θήρας στο υπό ίδρυση Εθνικό Πάρκο Ολύμπου, εντούτοις δεν αφιερώνεται ούτε μία γραμμή κειμένου για την τεκμηρίωση της παραπάνω πρότασης με αποτέλεσμα αυτή να θεωρείται επιστημονικά αυθαίρετη. Είναι φανερό ότι οι συντάκτες του σχεδίου Προεδρικού Διατάγματος εκφράζουν προσωπικές επιθυμίες για την εφαρμογή απαγορεύσεων σε δραστηριότητες που δεν συμπαθούν.
Στο Άρθρο 1 του ΣΠΔ αναφέρεται πως «Ειδικότερα, επιδιώκεται η διατήρηση και διαχείριση των σπανίων οικοτόπων και των ειδών χλωρίδας και πανίδας που απαντώνται στη συγκεκριμένη περιοχή και η θεσμοθέτηση διαδικασιών και μέτρων για την εξασφάλιση της αρμονικής συνύπαρξης ανθρώπου και φύσης στο πλαίσιο της αειφόρου διαχείρισης της περιοχής πρόθεση που αναιρείται από τους ίδιους τους συντάκτες του ΣΠΔ στην ουσία με την αυθαίρετη πρόταση για ολική απαγόρευση της θήρας αντί για προσπάθεια ρύθμισης αυτής με βάση το ήδη υπάρχον αυστηρό θεσμικό πλαίσιο που τη διέπει.
Άρθρο 2
Χαρακτηρισμός και οριοθέτηση περιοχής και ζωνών προστασίας
Παρατηρήσεις ΣT ΚΟΜΑΘ 2.2)
Αμφότερες οι Ζώνες Α και Β προτείνεται στο ΣΠΔ να χαρακτηριστούν ως «Περιοχές Προστασίας της Φύσης», για τις οποίες σύμφωνα με το νόμο 3937/2011 για τη Διατήρηση της Βιοποικιλότητας (Άρθρο 4, που αντικαθιστά στο Άρθρο 19 του ν.1650/1985) ισχύουν τα παρακάτω:
«2. Ως περιοχές προστασίας της φύσης (Nature reserves) χαρακτηρίζονται εκτάσεις μεγάλης οικολογικής ή βιολογικής αξίας. Στις περιοχές αυτές προστατεύεται το φυσικό περιβάλλον από κάθε δραστηριότητα ή επέμβαση που μπορεί να μεταβάλει ή να αλλοιώσει τη φυσική κατάσταση, σύνθεση ή εξέλιξή του. Κατ’ εξαίρεση, επιτρέπονται, σύμφωνα με τις ειδικότερες ρυθμίσεις του οικείου σχεδίου διαχείρισης, η εκτέλεση εργασιών που κρίνονται αναγκαίες για τη μη αλλοίωση εκείνων των χαρακτηριστικών που διασφαλίζουν τη διατήρηση των προστατευτέων αντικειμένων, επιστημονικών ερευνών και η άσκηση ήπιων ασχολιών και δραστηριοτήτων, εφόσον δεν έρχονται σε αντίθεση με τους σκοπούς προστασίας.»
Ενδεικτικό πρόσφατο παράδειγμα που εποδεικνύει περίτρανα την άποψη πως η θήρα είναι απόλυτα συμβατή με τον παραπάνω στόχο είναι η περίπτωση του Εθνικού Πάρκου της Σερβίας στον Δούναβη, όπου το κυνήγι επιτρέπεται στο 90% της έκτασης, το ίδιο το Εθνικό Πάρκο θεωρεί τη θήρα ως βασική ασκούμενη δραστηριότητα, αλλά και ως πόλο προσέλκυσης επισκεπτών. Το εθνικό αυτό πάρκο πρόσφατα επιβραβεύτηκε για τη διαχείρισή του από τον Πανευρωπαϊκό Οργανισμό Εθνικών Πάρκων!
Όπως αναφέρουμε και στο Άρθρο 1, η θήρα έχει αποδειχτεί επιστημονικά πως όχι μόνο δεν «μεταβάλει ή αλλοιώνει τη φυσική κατάσταση, σύνθεση ή εξέλιξή του φυσικού περιβάλλοντος» του Ολύμπου, αλλά αντίθετα αποτελεί ουσιαστικό διαχειριστικό εργαλείο στα χέρια των αρμόδιων αρχών και αναπόσπαστο μέρος της πρόσφατης διαχείρισης του η οποία με βάση το ΣΠΔ που κάνει λόγο για «διατήρηση» στους στόχους, κρίνεται επιτυχημένη.
Με βάση επομένως τα παραπάνω, παρά το γεγονός πως η πρόταση να αποδοθεί ο ίδιος χαρακτηρισμός τόσο στη Ζώνη Α όσο και στη Ζώνη Β, έρχεται σε αντίθεση με την αποκλιμάκωση της προστασίας από τη Ζώνη Α προς τη Ζώνη Γ (όπως γίνεται σε άλλα Εθνικά Πάρκα), η αποκλιμάκωση αυτή μπορεί να επιτευχθεί με διαφοροποίηση των επιτρεπόμενων δραστηριοτήτων στη Ζώνη Β στην οποία δε συντρέχει σύμφωνα με την ΕΠΜ κανείς λόγος για την χωρική επέκταση των απαγορεύσεων θήρας που ήδη ισχύουν στην περιοχή.
Άρθρο 3
Χρήσεις , δραστηριότητες, μέτρα, όροι και περιορισμοί προστασίας και διαχείρισης
Παρατηρήσεις – Προτάσεις Στ ΚΟΜΑΘ : 3.Α.β.
Ενώ η ΕΠΜ έχει μείνει ανενεργή εδώ και 7 χρόνια, διάστημα στο οποίο θα μπορούσαν να ολοκληρωθούν οι όποιες εκκρεμότητες υπήρχαν το 2004 που παραδόθηκε , εντούτοις πολλές δραστηριότητες (πχ Άρθρο 3, παρ. Α.β.4. για ομαδικές επισκέψεις στη Ζώνη Α) προβλέπεται να ρυθμιστούν μετά από μελλοντικές αποφάσεις-κανονισμούς ή ακόμη και μελέτες που θα εκπονηθούν στο μέλλον και βάσει των οποίων μοναδικός αρμόδιος για τη ρύθμιση των επιτρεπόμενων δραστηριοτήτων θα είναι ο Φορέας Διαχείρισης Εθνικού Πάρκου Ολύμπου.
Με αυτόν τον τρόπο αποκλείεται αυθαίρετα η αξιολόγηση – έγκριση αυτών των αποφάσεων στη διαδικασία της σχετικής Διαβούλευσης και κατ’ επέκταση εκμηδενίζεται η διαφάνεια στις διαδικασίες λήψης αυτών των αποφάσεων ή/και αποδοχής των σχετικών μελετών. Έτσι καταργούνται εν τη γενέσει τους οι βασικές αρχές κατάρτισης του Προεδρικού Διατάγματος και συγκεκριμένα η συμμετοχή των πολιτών και κυρίως της τοπικής κοινωνίας στη διαμόρφωση των τελικών διατάξεων που θα περιλαμβάνει.
Τα παραπάνω σε συνδυασμό με το γεγονός πως η βιωσιμότητα των Φορέων Διαχείρισης δεν έχει κατοχυρωθεί θεσμικά, τουναντίον λόγω της οικονομικής κατάστασης της χώρας απειλείται άμεσα, διαμορφώνουν μία εξαιρετικά πρόχειρη, επισφαλή και αδιαφανή προσέγγιση που αφορά στον Εθνικό Δρυμό Ολύμπου που αποτελεί σύμβολο της χώρας διεθνώς, η οποία πέραν των ουσιαστικών αναμένεται να προκαλέσει και πλήθος διαδικαστικών ζητημάτων με αποτέλεσμα ενδεχόμενη εκ νέου καθυστέρηση στην εφαρμογή του ΣΠΔ. Η λειτουργία του Φορέα εξαρτάται μόνο από χρήματα που υπάρχουν μέχρι τη λήξη του ΕΣΠΑ (2014), αλλά ουδείς εγγυάται, με την οικονομική κατάσταση που βιώνει η χώρα μας, αν θα υπάρχει ακόμη και μέχρι τότε χρηματοδότηση. Παρόλα αυτά δίνονται υπερεξουσίες στον Φορέα Διαχείρισης, εις βάρος των καθ΄ υλην αρμόδιων κρατικών υπηρεσιών και κυρίως της ίδιας της Αυτοδιοίκησης.
Προτείνουμε επομένως την άμεση κατάργηση κάθε διάταξης του ΣΠΔ που δε βασίζεται σε ήδη διαμορφωμένες αποφάσεις και κανονισμούς μέχρι την εκπόνηση των απαιτούμενων μελετών ή ολοκλήρωσης των απαιτούμενων διαδικασιών για την
κατάρτιση των σχετικών κανονισμών.
Τροποποίηση 3.Β.β.
Να προστεθεί στις επιτρεπόμενες δραστηριότητες της Ζώνης Β
«Η άσκηση της δραστηριότητας της θήρας εκτός των περιοχών στις οποίες απαγορευόταν πριν την κατάρτιση του ΣΠΔ.»
Τεκμηρίωση:
Η ΕΕ αναγνωρίζει τη θήρα ως ιδιαίτερα επωφελή δραστηριότητα για τη διατήρηση των φυσικών οικοτόπων και κατ’ επέκταση της βιοποικιλότητας διότι οι κυνηγοί αποτελούν μία από τις ελάχιστες ομάδες χρηστών η δραστηριότητα των οποίων προϋποθέτει τη διατήρηση του φυσικού περιβάλλοντος ως έχει, σε αντίθεση με την πλειοψηφία των άλλων δραστηριοτήτων που έχει συμφέρον από την οικοπεδοποίηση κλπ.
Η Διεθνής Ένωση για τη Διατήρηση της φύσης (IUCN) κάνει λόγω για διατήρηση μέσω ορθής χρήσης και όχι για απαγορεύσεις. Τούτο σημαίνει πως αρκεί ορθή ρύθμιση της θήρας κάτι που επιτυγχάνεται από το ιδιαίτερα αυστηρό πλαίσιο που τη διέπει στη χώρα μας αλλά και από τις κατά τόπον απαγορεύσεις θήρας που ισχύουν ήδη στην περιοχή.
Η μέχρι σήμερα διαχείριση της περιοχής που προτείνεται να χαρακτηριστεί ως Ζώνη Β περιλάμβανε με εξαίρεση τα Καταφύγια Άγριας Ζωής που υπάρχουν στην περιοχή την άσκηση της θήρας. Από τη στιγμή επομένως που γίνεται λόγος για διατήρηση της υφιστάμενης κατάστασης έμμεσα ομολογείται πως η θήρα αποτελεί αναπόσπαστο μέρος της σημερινής κατάστασης του φυσικού περιβάλλοντος που επικρατεί στον Όλυμπο η οποία προφανώς κρίνεται ως θετική από τους συντάκτες του ΣΠΔ μιας και αποτελεί στόχο η διατήρησή της.
Με βάση τα παραπάνω αλλά και όλες τις σύγχρονες επιστημονικές μελέτες στις οποίες βασίζεται η ΕΕ και η IUCN, η άσκηση της δραστηριότητας της θήρας είναι απόλυτα συμβατή με το διαχειριστικό στόχο του ΣΠΔ όπως αυτούσια μεταφέρεται παρακάτω.
«Στην Περιοχή Προστασίας Β΄ (Ζώνη Β΄) όπως ορίζεται στο άρθρο 2 παρ. 2 της παρούσας, διαχειριστικός στόχος είναι η διατήρηση της υφιστάμενης κατάστασης του φυσικού περιβάλλοντος και η αποτελεσματική προστασία και διαχείρισή του.»
Παρατηρήσεις – προτάσεις Στ ΚΟΜΑΘ: 3.Γ.α.
Η ρύθμιση όλων των επιτρεπόμενων δραστηριοτήτων που αφορούν στη Ζώνη Γ παραπέμπεται επίσης σε μελλοντική κατάρτιση «οικείου Κανονισμού Διοίκησης και Λειτουργίας της περιοχής»
Με βάση επομένως τις παρατηρήσεις μας επί του Άρθρου 3.Α.β) οπού επίσης η ρύθμιση των επιτρεπόμενων δραστηριοτήτων παραπέμπεται σε μελλοντικές αποφάσεις προτείνουμε και σε αυτήν την παράγραφο την άμεση κατάργηση κάθε διάταξης του ΣΠΔ που δε βασίζεται σε ήδη διαμορφωμένες αποφάσεις και κανονισμούς μέχρι εκπόνησης των απαιτούμενων μελετών.
Τροποποίηση : 3.Γ.β.
Να προστεθεί στις επιτρεπόμενες δραστηριότητες της Ζώνης Γ:
«Η άσκηση της δραστηριότητας της θήρας εκτός των περιοχών στις οποίες απαγορευόταν πριν την κατάρτιση του ΣΠΔ.»
Τεκμηρίωση:
Για τους ίδιους λόγους που αναφέρουμε και στο άρθρο 3.Β.β που αφορά στις επιτρεπόμενες χρήσεις της Β ζώνης, η άσκηση της δραστηριότητας της θήρας αποτελεί ουσιαστικό εφόδιο για την επίτευξη του διαχειριστικού στόχου που τίθεται για τη Ζώνη Γ και συγκεκριμένα τη
«Διαφύλαξη της φυσικής κληρονομιάς και η διατήρηση της οικολογικής ισορροπίας σε συνάρτηση με τις ασκούμενες παραδοσιακού χαρακτήρα δραστηριότητες των κατοίκων, με παράλληλη παροχή δυνατοτήτων οικοτουριστικών και εκπαιδευτικών δραστηριοτήτων.»
Πέραν της επιστημονικής τεκμηρίωσης, η αυθαίρετη (στο βαθμό που δεν τεκμηριώνεται) αλλά έρχεται σε αντίθεση με τις αρχές της ΕΕ και της IUCN) απαγόρευση θήρας σε ολόκληρη τη Ζώνη Γ έρχεται σε αντίθεση με τα όσα ισχύουν σε άλλα Εθνικά Πάρκα της χώρας όπως το προσφάτως ιδρυθέν Εθνικό Πάρκο Αξιού, στο οποίο η θήρα επιτρέπεται σε σημαντικό ποσοστό των εκτάσεων της Ζώνης Β και σε ολόκληρη τη Ζώνη Γ.
Η μονομερής απαγόρευση της θήρας σε ολόκληρη τη Ζώνη Γ σε αντίθεση με όλες τις άλλες παραδοσιακές χρήσεις γης όπως κτηνοτροφία, υλοτομία, μελισσοκομία κλπ παραβιάζει τη συνταγματικά κατοχυρωμένη στη χώρα μας αρχή της αναλογικότητας.
Άρθρο 4
Γενικές διατάξεις – όροι και περιορισμοί δόμησης
Τροποποίηση: 4.Β.
Να προστεθούν:
1. «Κατά τη διαδικασία αυτή απαιτείται η γνωμοδότηση του Φορέα Διαχείρισης και της Τοπικής Αυτοδιοίκησης αφού ληφθούν υπόψη οι σχετικές εισηγήσεις των εκπροσώπων των διαφόρων χρηστών, σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις…»
2. «Με τον Κανονισμό Διοίκησης και Λειτουργίας και το Σχέδιο Διαχείρισης της περιοχής, το οποίο θα επικαιροποιείται ανά 5ετία και θα αξιολογεί αναλυτικά την επίδραση κάθε επιτρεπόμενης δραστηριότητας ανά Ζώνη Προστασίας με βάση τις αρχές της επιστήμης αλλά και τα κοινωνικοοικονομικά κριτήρια που συμβαδίζουν με την αειφορική διαχείριση, και μετά από σύμφωνη γνώμη της Τοπικής Αυτοδιοίκησης, μπορεί να επιβάλλονται πρόσθετοι όροι για όλα τα επιτρεπόμενα έργα και δραστηριότητες του άρθρου 3 του παρόντος για λόγους προστασίας του φυσικού περιβάλλοντος.»
Τεκμηρίωση:
Στις συνεδριάσεις της Τοπικής Αυτοδιοίκησης του Ν. Πιερίας σχετικά με το ΣΠΔ σχεδόν ομόφωνα οι πολιτικοί εκπρόσωποι και οι φορείς που τοποθετήθηκαν έκαναν λόγο για μονομερή προσέγγιση της προτεινόμενης Διαχείρισης του Ολύμπου η οποία συμπεριέλαβε τις όποιες περιβαλλοντικές παραμέτρους προέκυψαν από τις ανεπίκαιρες πλέον μελέτες (η συντριπτική πλειοψηφία εκπονήθηκε προ του 2000) στις οποίες βασίστηκε η ΕΠΜ και κατ’ επέκταση το ΣΠΔ, αλλά ούτε στο ελάχιστο τα κοινωνικοοικονομικά κριτήρια που ισχύουν σε κάθε αντίστοιχη περίπτωση που συμβαδίζουν με τις αρχές της αειφορικής διαχείρισης.
Τίθεται επομένως ζήτημα επαρκούς εκπροσώπησης των τοπικών κοινωνιών αλλά και των διαφόρων χρηστών-επισκεπτών του Ολύμπου από πλευράς αρμόδιων φορέων (Φορέας Διαχείρισης και Δ/νση Δασών Πιερίας) με δεδομένο το γεγονός πως οι εκπρόσωποί τους δήλωσαν (Δήμος Δίου Ολύμπου, Πρακτικά Συνεδρίασης, Λιτόχωρο 10/10/2011) πως υιοθετούν πλήρως το ΣΠΔ.
Πρόταση: 4.Γ.1.ii.
Να καταργηθεί η αναφορά της άσκησης της θήρας στις προτεινόμενες για απαγόρευση σε όλη την έκταση του υπό ίδρυση Εθνικού Πάρκου, δραστηριότητες.
Τεκμηρίωση:
Το σύνολο της τεκμηρίωσης των προτάσεων αλλαγών που καταθέτουμε πιο πάνω.
Πρόταση: 4.Ε
Ο Κανονισμός Διοίκησης και Λειτουργίας να αποτελέσει αναπόσπαστο μέρος του ΣΠΔ το οποίο να τεθεί εκ νέου σε Δημόσια Διαβούλευση αφού ενσωματωθούν όλες οι αποφάσεις και κανονισμοί που προβλέπεται να ρυθμίζουν τις επιτρεπόμενες δραστηριότητες το υπό ίδρυση Εθνικό Πάρκο Ολύμπου.
Το Σχέδιο Διαχείρισης που εκπονήθηκε το 1988 και αναθεωρήθηκε το 1996 δεν μπορεί σε καμία περίπτωση να αποτελέσει τη βάση για τη ρύθμιση των επιτρεπόμενων δραστηριοτήτων ή τον αποκλεισμό τους από μία ή περισσότερες Ζώνες του υπό ίδρυση Εθνικού Πάρκου λόγω παλαιότητας των στοιχείων που περιλαμβάνει.
Για να προστατευτεί στην ουσία ο Όλυμπος όπως και κάθε άλλη προστατευόμενη περιοχή απαιτείται συνεχής έρευνα για τη συστηματική καταγραφή όλων των βιοτικών (χλωρίδα – πανίδα) αλλά και των αβιοτικών παραμέτρων έτσι ώστε κάθε δραστηριότητα να ρυθμίζεται ανάλογα με την επίδραση που αναμένεται να έχει στην κατάσταση του φυσικού περιβάλλοντος που επικρατεί στην περιοχή σήμερα και όχι στην κατάσταση που επικρατούσε πριν από 15 ή 20 και πλέον χρόνια που εκπονήθηκαν οι παραπάνω μελέτες.
Θεωρούμε απαράδεκτο το γεγονός πως ακόμη και σήμερα και παρά την ίδρυση του Υπουργείου Περιβάλλοντος Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής, δε χρηματοδοτούνται από το ΥΠΕΚΑ έρευνες σε μόνιμη βάση για κάθε τι που συμβαίνει στο βουνό των Θεών και σχετίζεται άμεσα ή έμμεσα με το φυσικό περιβάλλον της περιοχής αλλά επιχειρείται αυθαίρετη και αναχρονιστική προσέγγιση με στοιχεία 15ετίας και πλέον που δεν μπορεί σε καμία περίπτωση (σε ότι αφορά στο βιοτικό περιβάλλον τουλάχιστον) να θεωρούνται έγκυρα χωρίς επικαιροποίηση.
Τεκμηρίωση:
Όπως στο άρθρο 3.Α.β.
Η σημερινή δραματική κατάσταση που βιώνει η χώρα μας επιτάσσει προσεγμένους και εμπεριστατωμένους χειρισμούς στη διαχείριση και την προστασία του περιβάλλοντος, η οποία πρέπει επιτέλους να βασίζεται στις αρχές της αειφορίας, λαμβάνοντας υπόψη τα κοινωνικο-οικονομικά κριτήρια, ενισχύοντας τις τοπικές κοινωνίες, που είναι και οι πραγματικοί θεματοφύλακες των προστατευόμενων περιοχών
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου